9.6.05

ΑΝΝΑ, Η ΔΟΥΛΑ

Η κυρία με τα φρούτα
με τα ρόλευ και την κούτα
ξέχειλη απ΄πορτοκάλια
κι όλη μέρα νά ‘ναι χάλια
γιατί πάλι η πεθερά της
δεν κοιτάει τη δουλειά της.
Πίσω της δειλά γυρνάει
να ξανάβρει ό,τι αγαπάει
να παλέψει με τα κάλλη
και νοκ άουτ να τα βγάλει,
λίγο να επιβληθεί
και να το φχαριστηθεί.
Μα τα κάλλη την αφήσαν
μαύρη πέτρα πίσω ρίξαν
κι οι φωνές που τη στοιχειώνουν
μέρα νύχτα την κυκλώνουν
και φωνάζουνε... "Αννούλα,
πως κατάντησες μια δούλα
κουβαλάς και καθαρίζεις,
πλένεις, ντύνεις και χτενίζεις
δεν θυμάσαι τα όνειρά σου,
σου τα φάγαν τα παιδιά σου.
Ξύπνησες μια μαύρη μέρα,
στο λαιμό πέρασες βέρα
μια θηλειά που φαρμακώνει
την ψυχή σου τη μαγκώνει.
Αχ Αννούλα, σ’ όλα δούλα
τη ζωη σου τώρα πούλα
πορτοκάλια αντί για νιάτα
είναι τα κουτιά γεμάτα
μόνη σου τα κουβαλάς
μα ούτε ένα δεν θα φας!!!"

Δεν υπάρχουν σχόλια: