9.6.05

Η ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΤΟΥ ΤΙΠΟΤΑ

Άνοιξες πύλη στη σιωπή
χώθηκες μέσα
πήρες το δρόμο του ονείρου το βουβό
κι ήρθε ο πόνος
και σου μίλησε με μπέσα
σου ‘πε: «κρατήσου, έχω κι άλλα να σου πω».
Στη συμβολή δύο οδών
μες στο σκοτάδι
μια συνουσία με το άγνωστο φιλάς
ζαλίζεσαι, παραπατάς σαν ένα βράδυ
που ‘χες βουτήξει σε κομμάτια λησμονιάς.


Στην αγωνία σου, στην αγωνία σου
δεν βρίσκεις χώρο να καθίσεις να σκεφτείς
κι αυτή η μανία σου, αυτή η μανία σου
σε ταλαντεύει σε ένα άχρηστο «μπορείς».


Αν το κορμί που κουβαλάς
σου ‘γινε βάρος
άστο στην άκρη, ξόδεψέ το στη ζωή
και μοναχός σου πια προχώρησε με θάρρος
στην άλλη πύλη είσαι ελεύθερος να μπεις.
Μην φοβηθείς εκεί που πας πως θα ‘σαι μόνος
και μένεις πίσω καλυμμένος στις σκιές
τα μονοπάτια που σου χάραξε ο πόνος
είναι για να βρεις μία θέση στις φωτιές.


Στην αγωνία σου, στην αγωνία σου
δεν βρίσκεις τρόπο το αθάνατο να δεις
κι αυτή η μανία σου, στην αγωνία σου
δεν σε αφήνει, να γλιτώσεις, να σωθείς…..

Δεν υπάρχουν σχόλια: